Οι δύο φίλες

Ενοχή – Ντροπή

Advertisement

Μια φορά κι έναν καιρό,σ’ αυτόν εδώ τον καιρό και σ’ έναν τόπο όχι μακρινό αλλά σ’ αυτόν εδώ τον τόπο, ζούσε μια κόρη.

Τ’ όνομά της; Εν – οχή.

Από πολύ μικρή απέκτησε μιαν φίλη.

Τ’όνομά της; Ν – τροπή.

Μαζί μεγάλωσαν.Η μία δεν μπορούσε μακριά από την άλλη.Ήταν συνεχώς μαζί λες και ήταν ένα.
Μαμά της κόρης ήταν η κυρία Κριτική.Ήταν αυστηρή,σκληρή.Αγαπούσε την εξουσία και ήθελε να νιώθει δυνατή.Ξέρετε τι έκανε; Χρησιμοποιούσε μια μικρή λεξούλα που της έδινε όμως τεράστια δύναμη και εξουσία.Έλεγε, όχι.Το ναι ήταν σχεδόν άγνωστο σ’αυτήν.

Η μικρή κόρη αγαπούσε πολύ τον ήλιο,την βροχή, τις πεταλούδες,τα λουλούδια, τα πουλιά και το παιχνίδι.Σε κάθε « θέλω» της η μικρή συναντούσε πιο πολύ την άρνηση.Έτσι άρχισε να συναντά κρυφά τον ήλιο,τα πουλιά,τις πεταλούδες..……………Κι έτσι σιγά-σιγά έμαθε την άρνηση.Έμαθε να λέει ψεμματα και ν’αρνείται στον εαυτό της και στους άλλους.

Έτσι λοιπόν γεννήθηκε το όνομά της: Εν – οχή.Και επειδή ότι ήθελε να κάνει το έκανε κρυφά κι έλεγε ψέμματα τα πράγματα έπαιρναν άλλη τροπή.Τότε εμφανίστηκε και ήρθε κοντά της η φίλη της η Ν –τροπή.

Μήν χάσετε:

Οι δύο φίλες δεν καθόντουσαν ποτέ στο σπίτι τους.Συνεχώς επισκέπτονταν άλλους ανθρώπους,άλλα σπίτια.Δεν ξεχώριζαν μικρούς και μεγάλους.Φτωχούς και πλούσιους.Μορφωμένους και αμόρφωτους.Πήγαιναν παντού.Σ’άλλους η επί – σκεψή τους κρατούσε πολύ,σε άλλους λίγο,σε άλλους μέχρι την τελευταία τους πνοή.Τους μάθαιναν,τους εκπαίδευαν να κάνουν αυτό στο οποίο εκπαιδεύτηκαν τόσο καλα και οι ίδιες.Να κρίνουν,να υπολογίζουν,να αξιολογούν,να συγκρίνουν.Αυτή ήταν η γνώση τους και αυτην μετέδιδαν.Κι οι άνθρωποι τα έμαθαν όλα αυτά πάρα πολύ καλά κι έκαναν τις δύο αυτές φίλες,δασκάλες τους.

Μια μέρα στον τόπο αυτό ήρθε μια κόρη.Ήταν τόσο όμορφή!!!!! Όλοι μιλούσαν γι’αυτήν.Όποιος τη συναντούσε άλλαζε, γινόταν άλλος άνθρωπος,γινόταν «παιδί»

Οι δύο φίλες την πλησίασαν.Το πρόσωπό της ήταν φωτεινό.Είχε την φωτεινότητα και τη ζεστασιά του ήλιου.Ο λόγος ήταν ελεύθερος.ΟΙ λέξεις λες και χόρευαν,όπως χορεύουν τα πουλιά και οι πεταλούδες στον άνεμο.Τα μάτια της ήταν αθώα και έλαμπαν από χαρά.Θύμιζαν τα αθώα μάτια ενός παιδιού.Θύμιζαν την χαρά του παιχνιδιού.Η κόρη αυτή είχε πάνω της ότι αγαπούσε η Εν-οχή από παιδί.

Ποιό είναι το όνομά σου; τη ρώτησε η Εν-οχή.

Με λένε Αλήθεια,ήταν η απάντησή της.

Αυτό ήταν!!!!!! Δεν χρειάστηκε τίποτε άλλο να πει.Η Εν-οχή εκείνη τη στιγμή θυμήθηκε πως το πραγματικό της όνομα είναι Ζωή!!!
Γράφει η Ζωή Φωτάκη

Μην Χάσετε! Ακολουθήστε μας!