Αυτό που εμείς οι κοινοί άνθρωποι αποκαλούμε «μάτιασμα» στην Εκκλησία είναι γνωστό με έναν πιο τεχνικό όρο που ονομάζεται “Βασκανία”. Η πίστη στο «κακό μάτι» έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα και είναι μία από εκείνες τις παλαιές πεποιθήσεις που δεν πέθαναν στο πέρασμα του χρόνου.

Advertisement

Είστε έτοιμοι να πάτε σε μια συνάντηση το απόγευμα, ανανεωμένοι από έναν καλό ύπνο οκτώ ωρών, ικανοποιημένοι από ένα ελαφρύ και υγιεινό γεύμα και πρόθυμοι να συζητήσετε τα νέα σας σχέδια με τον προϊστάμενό σας. Τότε, συναντάτε την γειτόνισσα που σας κοιτάζει με μισό μάτι και σας λέει: «πως ομόρφυνες έτσι τελευταία;». Και ξαφνικά το κεφάλι σας πάει να σπάσει, η αναπνοή σας γίνεται γρήγορη, σας πιάνει ναυτία και χάνετε την αίσθηση της ισορροπίας.

Μπαίνετε σε κατάσταση συναγερμού, επειδή δεν μπορείτε να βρείτε μια λογική εξήγηση για αυτή την κατάσταση. Θα μπορούσε να είναι ένας πονοκέφαλος – αλλά δεν είναι μόνο το κεφάλι σας που πονάει. Θα μπορούσε να είναι η αρτηριακή σας πίεση – αλλά συνήθως δεν υποφέρετε από τέτοια προβλήματα και η αδυναμία ή η δυσφορία σας εκδηλώνονται με διαφορετικό τρόπο. Ίσως είναι κάτι που φάγατε;

Στην Ελλάδα δεν θεωρείται ανόητο ή παράλογο, αν υποθέσουμε απλά ότι είναι «κακό μάτι». Το «κακό μάτι», είναι μια ματιά που πιστεύεται ότι έχει τη δυνατότητα να βλάψει εκείνους στους οποίους πέφτει και μπορεί να προέρχεται από οποιονδήποτε, ανά πάσα στιγμή.

Η αιτία μπορεί να είναι ζήλος, θαυμασμός, φθόνος ή ακόμη και κακόβουλη ζήλια. Μπορεί να φαίνεται αντίθετο προς την πραγματικότητα, αλλά έχει νόημα. Όταν επαινούμε πολύ κάποιον ή του δείχνουμε μεγάλη προσοχή και θαυμασμό μπορεί να προκαλέσει τα ίδια συμπτώματα όπως όταν κοιτάζουμε κάποιον με φθόνο. Είναι σαν να εκπέμπουμε μεγάλη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας και τα κυκλώματα πέφτουν. Πιστεύεται, επίσης, ότι οι άνθρωποι πολλές φορές δίνουν το «κακό μάτι» σε άλλους, ακούσια και ασυνείδητα. Μάλιστα, τα παιδιά και οι γυναίκες θεωρούνται οι πιο ευαίσθητοι, ενώ σε πολλές παραδόσεις οι άνθρωποι που έχουν μπλε μάτια και οι ηλικιωμένες γυναίκες συχνά κατηγορούνται ότι ματιάζουν πολύ πιο εύκολα.

Αυτό που εμείς οι κοινοί άνθρωποι αποκαλούμε «μάτιασμα» στην Εκκλησία είναι γνωστό με έναν πιο τεχνικό όρο που ονομάζεται “Βασκανία”. Η πίστη στο «κακό μάτι» έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα και είναι μία από εκείνες τις παλαιές πεποιθήσεις που δεν πέθαναν στο πέρασμα του χρόνου.

Επίσης, αποτελεί ένα θέμα για το οποίο η ελληνική εκκλησία και η λαογραφία συμφωνούν, αλλά παράλληλα διαχωρίζουν την θέση τους, στο πώς μπορεί να αποτραπεί ή να αντιμετωπιστεί.

Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ειδική προσευχή, που έγινε ειδικά για να βοηθήσει τη θεραπεία εκείνων που έχουν πέσει κάτω από την κατάρα. Όσον αφορά την προσευχή που έχει σχεδιαστεί για να ανακουφίσει από τα συμπτώματα, οι ιερείς επιμένουν ότι θα πρέπει να γίνεται από ένα μέλος της εκκλησίας και όχι από κάποιον θρησκευτικά αναρμόδιο.

Η κοινή πρακτική στην ελληνική κοινωνία μας είναι οι άνθρωποι να διδάσκονται την προσευχή από έναν ιερέα και να τη χρησιμοποιούν οι ίδιοι για την θεραπεία των ματιασμένων φίλων και συγγενών, μερικές φορές ακόμη και από το τηλέφωνο. Μάλιστα, λέγεται ότι η προσευχή μπορεί να λειτουργήσει, αν γίνει από μακριά, εφόσον, μεταξύ του προσώπου που κάνει την προσευχή και του πρόσωπου που είναι αδιάθετο, υπάρχει ισχυρή πνευματική σχέση και καλές προθέσεις – κάτι μάλλον σπάνιο.

Η Εκκλησία θεωρεί ότι ο σταυρός είναι το μόνο πράγμα που χρειαζόμαστε για να αποκρούσει το «κακό μάτι», μαζί με την πίστη στο Θεό. Η λαϊκή παράδοση από την άλλη πιστεύει ότι το γυάλινο μπλε φυλαχτό μπορεί να μας προστατεύσει από το «κακό μάτι».

Μήν χάσετε:

Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου, για το θέμα του κακού ματιού από τη θρησκευτική σκοπιά, βρήκα ένα άρθρο, όπου οι συγγραφείς καταθέτουν την άποψη μιας μοναχής, της Αδελφής Aimiliani, η οποία υποστηρίζει ότι το μάτιασμα, μας λέει περισσότερα για τον εαυτό μας και όχι για το τι αισθάνονται ή κάνουν οι άλλοι. Λέει συγκεκριμένα: «Πρέπει να δεχτούμε την ευθύνη για τα δικά μας πάθη και αμαρτίες και αυτό που μας κάνει ευάλωτους ως δέκτες.

Δεν είμαστε μόνο θύματα, το να δεχόμαστε επίθεση από το «κακό μάτι» σημαίνει ότι υπάρχει κάτι μέσα μας που πρέπει να αντιμετωπιστεί». Μπορεί οι προσευχές ξεματιάσματος να διώχνουν το «κακό μάτι», όμως καταργούν μόνο τα επιφανειακά συμπτώματα και δεν καθορίζουν το εσωτερικό πρόβλημα.

Πως ξέρουμε αλήθεια αν είμαστε ματιασμένοι; Πώς μπορούμε να το ελέγξουμε και πώς να το εξαλείψουμε;

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ελέγξουμε αν έχουμε «μάτι». Οι παραδόσεις διαφέρουν στη χώρα μας, υπάρχει όμως μια κοινή μέθοδος που χρησιμοποιείται σε όλη την Ελλάδα.

Ενώνουμε τα δάχτυλά μας, όπως όταν κάνουμε το σταυρό μας, και σταυρώνουμε τον άλλον λέγοντας από μέσα μας τρεις φορές: «Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά». Μόλις τελειώσουμε «φτύνουμε» τον ματιασμένο και, αν σε όλη την διάρκεια χασμουρηθεί εκείνος ή εμείς, θα καταλάβουμε αν είναι ματιασμένος.

Από την στιγμή που γνωρίζουμε ότι «έχουμε μάτι» πρέπει να το εξαλείψουμε. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται ξεμάτιασμα.

Πολλοί Έλληνες καλούμε συχνά τις γιαγιάδες μας και ζητάμε να μας αφαιρέσουν το «κακό μάτι». Αυτό γίνεται με ένα ποτήρι νερό κι ένα φλιτζάνι με λίγο λάδι. Σταυρώνουμε τον ματιασμένο τρεις φορές λέγοντας τα λόγια που προείπα παραπάνω, κρατώντας το ποτήρι με το νερό. Μετά όταν το πούμε αυτό, λέμε τρεις φορές το «Πάτερ Ημών». Όταν τελειώσουμε και με αυτό, βάζουμε το δάχτυλο μας στο φλυτζάνι και τις σταγόνες από το λάδι τις ρίχνουμε στο ποτήρι με το νερό. Αν πέσουν στην επιφάνεια και όσο πάνε ανοίγουν, τότε ξέρουμε ότι ο άλλος είναι ματιασμένος. Αν δεν ανοίξουν σημαίνει ότι δεν είναι.

Εξίσου καλά αποτελέσματα έχει και το αλατόνερο. Γεμίζουμε ένα ποτήρι με νερό και βάζουμε μια χούφτα αλάτι (χοντρό ή ψιλό) και ανακατεύουμε λέγοντας την προσευχή. Στο τέλος, ζητάμε να διαλυθεί το «μάτι», όπως το αλάτι διαλύεται στο νερό. Χύνουμε το νερό στην τουαλέτα και πλένουμε το ποτήρι αμέσως.

Μετά το ξεμάτιασμα, ζητάμε από το άτομο να μετακινηθεί. Οι παλιοί έλεγαν “κουνήσου λιγάκι” ή “χτύπα τα πόδια σου στο πάτωμα”, χωρίς να ξέρουν το γιατί. Στην ουσία με αυτόν τον τρόπο η κολλημένη αρνητική ενέργεια φεύγει και ανανεώνεται. Κάποιοι ζητούν να φτύσει ο άλλος τον κόρφο του ή φτύνουν το δικό τους. Άλλοι θέλουν να κοιτάξει ο άλλος μακριά στον ορίζοντα. Όλα είναι σωστά και έχουν την εξήγησή τους.

Τόσο το άτομο που ξεματιάζει όσο και το άτομο που το ξεματιάζουν χασμουριέται στη διάρκεια της διαδικασίας. Αυτό γίνεται γιατί διαλύεται η αρνητική ενέργεια που είναι μέσα μας. Μάλιστα, όσο περισσότερα είναι τα χασμουρητά, τόσο ισχυρότερο είναι και το «μάτι».
Η Εκκλησία πιστεύει ότι θα πρέπει να ζητήσουμε από έναν ιερέα να αφαιρέσει το «κακό μάτι», επειδή είναι πιο ειδικοί να ασχοληθούν με το θέμα, παρά κάποιος εκτός εκκλησίας. Κάποιος ανίδεος θα μπορούσε πραγματικά να φέρει περισσότερη αρνητικότητα και να βλάψει την κατάσταση.

Οι δικαιολογίες «πού να βρω» παπά τέτοιαν ώρα;» δεν στέκουν. Προσωπικά, το να προσευχηθούμε με απλά λόγια και γνωστές προσευχές στον Θεό και, με την πρώτη ευκαιρία, να πάμε σε παπά ή πνευματικό, μου φαίνεται η πιο σωστή αντιμετώπιση. Χρειάζεται και η δική μας συμμετοχή στην θεραπεία. Και αυτή η συμμετοχή είναι η ειλικρινής εξομολόγηση και το να πάψουμε να είμαστε ανασφαλείς.

Ρένα Κ.

tanea-diaspora.net

Μην Χάσετε! Ακολουθήστε μας!